Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

last in first out < → δείτε τις λέξεις  last , in, first και out

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

last in first out (en)

  Συντομομορφή επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία