Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lanĉi
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
lanĉi
<
lanĉ-
+
-i
Ρήμα
επεξεργασία
ρήμα
lanĉi
χρόνος
μορφή
ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας
lanĉas
lanĉanta
lanĉata
αόριστος
lanĉis
lanĉinta
lanĉita
μέλλοντας
lanĉos
lanĉonta
lanĉota
υποθετική
lanĉus
-
-
προστακτική
lanĉu
-
-
lanĉi
(eo)
πετώ
,
ρίχνω