ksilografio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ksilografio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ksilografio | ksilografioj |
αιτιατική | ksilografion | ksilografiojn |
ksilografio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ksilografio | ksilografioj |
αιτιατική | ksilografion | ksilografiojn |
ksilografio (eo)