krizofrizo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- krizofrizo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | krizofrizo | krizofrizoj |
αιτιατική | krizofrizon | krizofrizojn |
krizofrizo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | krizofrizo | krizofrizoj |
αιτιατική | krizofrizon | krizofrizojn |
krizofrizo (eo)