kamentubo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- kamentubo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kamentubo | kamentuboj |
αιτιατική | kamentubon | kamentubojn |
kamentubo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kamentubo | kamentuboj |
αιτιατική | kamentubon | kamentubojn |
kamentubo (eo)