invariable
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɛ̃.va.ʁiabl/
- ⓘ
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
invariable | invariables |
invariable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
invariable | invariables |
invariable (fr) αρσενικό ή θηλυκό