Προφορά

επεξεργασία
 

  Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό interrupteur interrupteurs
θηλυκό interruptrice interruptrices

interrupteur (fr)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
interrupteur interrupteurs

interrupteur (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία