informé
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | informé | informés |
θηλυκό | informée | informées |
informé (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | informé | informés |
θηλυκό | informée | informées |
informé (fr) αρσενικό