indonésien
Γαλλικά (fr) Επεξεργασία
Προφορά Επεξεργασία
Επίθετο Επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | indonésien | indonésiens |
θηλυκό | indonésienne | indonésiennes |
indonésien (fr)
Ουσιαστικό Επεξεργασία
indonésien (fr)
- (γλώσσα) τα ινδονησιακά