Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
inbox
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Άλλες γραφές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
inbox
<
in
+
box
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈɪnbɒks
/ & /
ˈɪmbɒks
/
ΔΦΑ
: /
ˈɪnbɑks
/ & /
ˈɪmbɑks
/ (
αμερικανικό
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
inbox
inboxes
inbox
(en)
(
πληροφορική
,
για
ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
)
εισερχόμενα
,
εισερχόμενη
αλληλογραφία
≈
συνώνυμα
:
incoming
mails
Άλλες γραφές
επεξεργασία
in-box