hirundo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- hirundo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hirundo | hirundoj |
αιτιατική | hirundon | hirundojn |
hirundo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hirundo | hirundoj |
αιτιατική | hirundon | hirundojn |
hirundo (eo)