Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

hilaire < hile + -aire

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hilaire hilaires

hilaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  • σχετικός με την hile