hierarĥio
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- hierarĥio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hierarĥio | hierarĥioj |
αιτιατική | hierarĥion | hierarĥiojn |
hierarĥio (eo)
- η ιεραρχία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hierarĥio | hierarĥioj |
αιτιατική | hierarĥion | hierarĥiojn |
hierarĥio (eo)