• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

helpilo

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

helpilo < help- + -il- + -o

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική helpilo helpiloj
αιτιατική helpilon helpilojn

helpilo (eo)

  • βοήθημα, εργαλείο που βοηθά σε κάτι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=helpilo&oldid=3823839"
Τελευταία επεξεργασία στις 10 Μαΐου 2017, στις 10:40

Γλώσσες

    • English
    • Ido
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 10 Μαΐου 2017, στις 10:40.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie