hava
Βοσνιακά (bs)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαhava (bs)
- ο αέρας
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαhava (sv)
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- hava < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική هوا (hava) < αραβική هَوَاء (hawaa)[1]
Ουσιαστικό
επεξεργασίαhava (tr)
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ hava - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν