Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

hêtraie < hêtre

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
hêtraie hêtraies

hêtraie (fr) θηλυκό