Πολωνικά (pl) επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική gwarancja gwarancje
γενική gwarancji gwarancji(/gwarancyj)
δοτική gwarancji gwarancjom
αιτιατική gwaranc gwarancje
οργανική gwaranc gwarancjami
τοπική gwarancji gwarancjach
κλητική gwarancjo gwarancje

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

gwarancja (pl) θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία