gvineano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- gvineano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gvineano | gvineanoj |
αιτιατική | gvineanon | gvineanojn |
gvineano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gvineano | gvineanoj |
αιτιατική | gvineanon | gvineanojn |
gvineano (eo)