grammatical
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grammatical | grammaticaux |
θηλυκό | grammaticale | grammaticales |
Επίθετο
επεξεργασίαgrammatical (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grammatical | grammaticaux |
θηλυκό | grammaticale | grammaticales |
grammatical (fr)