giving
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | giving |
συγκριτικός | more giving |
υπερθετικός | most giving |
Επίθετο
επεξεργασία
giving (en)
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
giving (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του give