gear towards
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | gear towards |
γ΄ ενικό ενεστώτα | gears towards |
αόριστος | geared towards |
παθητική μετοχή | geared towards |
ενεργητική μετοχή | gearing towards |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαgear towards (en)
- άλλη μορφή του gear to