fractionnaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
fractionnaire | fractionnaires |
Επίθετο
επεξεργασίαfractionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη fraction
ενικός | πληθυντικός |
fractionnaire | fractionnaires |
fractionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό