Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

foxtrot < fox + trot

  Ουσιαστικό επεξεργασία

foxtrot (en) (πληθυντικός foxtrots)

  1. ο χορός φόξτροτ
  2. το γράμμα F στο φωνητικό αλφάβητο του NATO

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • foxtrot στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Ρήμα επεξεργασία

foxtrot (en)