folichon
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | folichon | folichons |
θηλυκό | folichonne | folichonnes |
Επίθετο
επεξεργασίαfolichon (fr)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη folie
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | folichon | folichons |
θηλυκό | folichonne | folichonnes |
folichon (fr)