Δείτε επίσης: Fly

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /flaɪ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
fly flies

fly (en)

ενεστώτας fly
γ΄ ενικό ενεστώτα flies
αόριστος flew
παθητική μετοχή flown
ενεργητική μετοχή flying
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

fly (en)

  1. (αμετάβατο) (για πουλί ή έντομο) πετάω, μετακινούμαι στον αέρα
    ⮡  The birds are flying.
    Τα πουλιά πετάνε.
    ⮡  The bees flew from flower to flower.
    Οι μέλισσες πετούσαν από άνθος σε άνθος.
  2. (αμετάβατο) (για αεροσκάφος) πετάω, μετακινούμαι στον αέρα, ταξιδεύω με αεροπλάνο
    ⮡  The plane flew over the Alps.
    Το αεροπλάνο πέταξε πάνω από τις Άλπεις.
    ⮡  I always fly with Delta.
    Πετάω πάντα με τη Δέλτα.
  3. (μεταβατικό και αμετάβατο) πετάω αεροσκάφος
    ⮡  Should we fly a kite?
    Πάμε να πετάξουμε χαρταετό;
  4. (αμετάβατο) πετάω, κινούμαι πολύ γρήγορα
    ⮡  He wasn’t running, he was flying.
    Δεν έτρεχε, πετούσε.
  5. (αμετάβατο) πετάω, περνάω για ώρα
    ⮡  How time flies!
    Πετάει ο καιρός!/Πώς περνάει ο καιρός!
  6. (αμετάβατο) πετάω, είμαι πολύ καλός, ικανός κι αποδίδω το μέγιστο των δυνατοτήτων μου
    ⮡  The team is flying today.
    Πετάει η ομάδα σήμερα.

Παράγωγα

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία