Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

flatulence (en)

  1. τα αέρια στο πεπτικό σύστημα
  2. η πορδή



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
flatulence flatulences

  Ουσιαστικό επεξεργασία

flatulence (fr) θηλυκό

  1. τα αέρια