fini
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fini | finis |
θηλυκό | finie | finies |
fini (fr)
Μετοχή
επεξεργασίαfini (fr)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαρήμα fini | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | finas | finanta | finata |
αόριστος | finis | fininta | finita |
μέλλοντας | finos | finonta | finota |
υποθετική | finus | - | - |
προστακτική | finu | - | - |
fini (eo)