family man
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
family man | family men |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfamily man (en)
- ο νοικοκύρης, αυτός που αφοσιώνεται στην δουλειά για να φροντίσει την οικογένεια και το σπίτι του
ενικός | πληθυντικός |
family man | family men |
family man (en)