Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɛks.ta.tik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
extatique extatiques

extatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό