Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

envojigi < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα envojigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας envojigas envojiganta envojigata
αόριστος envojigis envojiginta envojigita
μέλλοντας envojigos envojigonta envojigota
υποθετική envojigus - -
προστακτική envojigu - -

envojigi (eo)