Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɛnəˈdʒɛtɪks/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

energetics (en)
η ενεργειακή, (η ενεργονομία, η ενεργολογία)

  1. οι ενεργειακές ιδιότητες κάποιου η για κάτι (για οτιδήποτε)
  2. επιστημονικός κλάδος με αντικείμενο τις ενεργειακές ιδιότητες (για οτιδήποτε), το πώς αυτές αναδιανέμονται/μερίζονται μέσω φυσικών, χημικών ή/και βιολογικών διαδικασιών
    μελέτη των μετασχηματισμών των μορφών ενέργειας και μεθοδική ανάλυση των πηγών που παράγουν έργο (βλ. φυσική)