Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

enblovi < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα enblovi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας enblovas enblovanta enblovata
αόριστος enblovis enblovinta enblovita
μέλλοντας enblovos enblovonta enblovota
υποθετική enblovus - -
προστακτική enblovu - -

enblovi (eo)