en aval
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- en aval < aval
Επίρρημα επεξεργασία
en aval (fr)
- προς το κάτω μέρος ενός ποταμού, προς το μέρος όπου κυλάει το νερό
- (μεταφορικά) (για μια διαδικασία) αργότερα, σε ένα στάδιο που έπεται του σταδίου για το οποίο γίνεται λόγος