Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ekvoji < ek- + vojo + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα ekvoji
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας ekvojas ekvojanta ekvojata
αόριστος ekvojis ekvojinta ekvojita
μέλλοντας ekvojos ekvojonta ekvojota
υποθετική ekvojus - -
προστακτική ekvoju - -

ekvoji (eo)