Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
drill instructor drill instructors

  Ετυμολογία επεξεργασία

drill instructor < → δείτε τις λέξεις drill και instructor

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

drill instructor (en)

Υπώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία