disposant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | disposant | disposants |
θηλυκό | disposante | disposantes |
Ουσιαστικό επεξεργασία
disposant (fr)
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη disposer
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | disposant | disposants |
θηλυκό | disposante | disposantes |
disposant (fr)