displacement
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /dɪsˈpleɪsmənt/ και /dɪzˈpleɪsmənt/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
displacement (en)
- εκτόπιση
- (φυσική) εκτόπισμα βυθισμένου ή ημιβυθισμένου αντικειμένου σε υγρό
- (ναυτικός όρος, ναυπηγικός όρος) εκτόπισμα πλοίου
- δείτε επίσης: displacement (ship) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- displacement στην αγγλική Βικιπαίδεια