Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
dinte
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Ρουμανικά
(ro)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κλίση του
dinte
ενικός
πληθυντικός
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
αόριστη άρθρωση
οριστική άρθρωση
ονομαστική
un
dinte
dintele
nişte
dinți
dinții
γενική
a unui
dinte
dintelui
a unor
dinți
dinților
δοτική
a unui
dinte
dintelui
a unor
dinți
dinților
αιτιατική
un
dinte
dintele
nişte
dinți
dinții
κλητική
—
-
—
-
dinte
(ro)
αρσενικό
το
δόντι