dermatologo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- dermatologo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dermatologo | dermatologoj |
αιτιατική | dermatologon | dermatologojn |
dermatologo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dermatologo | dermatologoj |
αιτιατική | dermatologon | dermatologojn |
dermatologo (eo)