dépaquetage
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- dépaquetage < dépaqueter
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /de.pa.k(ə)taʒ/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
dépaquetage | dépaquetages |
dépaquetage (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
dépaquetage | dépaquetages |
dépaquetage (fr) αρσενικό