Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /de.kɔʁ.ti.ke/

décortiquer (fr)

  1. καθαρίζω, ξεφλουδίζω,αποφλοιώνω (πατάτες, καρύδια, αμύγδαλα, γαρίδες)
  2. ξεψαχνίζω (κείμενο)