déclassé
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | déclassé | déclassés |
θηλυκό | déclassée | déclassées |
Επίθετο
επεξεργασίαdéclassé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | déclassé | déclassés |
θηλυκό | déclassée | déclassées |
déclassé (fr)