Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /t͡ʃ̑ɛ̃w̃ɕˈʨ̑ɔvɔ/
 

  Επίρρημα

επεξεργασία

częściowo (pl)

  1. μερικά, μερικώς
    to jest częściowo zepsuty - (αυτό) είναι μερικώς χαλασμένο
  2. τμηματικά/τμηματικώς

Συγγενικά

επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  część (pl)