ενικός         πληθυντικός  
credit rating credit ratings

  Ετυμολογία

επεξεργασία
credit rating < → δείτε τις λέξεις credit και rating

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

credit rating (en)

  • (οικονομία) η πιστωτική διαβάθμιση, η πιστοληπτική ικανότητα: η εκτίμηση για την δυνατότητα μιας κυβέρνησης, εταιρίας ή προσώπου να αποπληρώνει χρέη

Δείτε επίσης

επεξεργασία