Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

conditional operator < → δείτε τις λέξεις conditional και operator

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

conditional operator (en)

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Πάρις Μαστοροκώστας (Καθηγητής Τ.Ε.Ι. Κεντρικής Μακεδονίας), Διαδικαστικός προγραμματισμός, σελ. 46, από repository.kallipos.gr. Προσπέλαση 2019-11-24