come down with
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | come down with |
γ΄ ενικό ενεστώτα | comes down with |
αόριστος | came down with |
παθητική μετοχή | come down with |
ενεργητική μετοχή | coming down with |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαcome down with (en)