combattif
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | combattif | combattifs |
θηλυκό | combattive | combattives |
combattif (fr)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- combatif (παραδοσιακή ορθογραφία)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | combattif | combattifs |
θηλυκό | combattive | combattives |
combattif (fr)