Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

code beautifier < → δείτε τις λέξεις code και beautifier

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
code beautifier code beautifiers

code beautifier (en)