cista
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- cista < αρχαία ελληνικά κίστη
Ουσιαστικό επεξεργασία
cista
Παράγωγα επεξεργασία
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | cista | cistae |
γενική | cistae | cistārum |
δοτική | cistae | cistīs |
αιτιατική | cistam | cistās |
κλητική | cista | cistae |
αφαιρετική | cistā | cistīs |