child class
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
child class | child classs |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαchild class (en)
- (αντικειμενοστρεφής προγραμματισμός) η θυγατρική κλάση (βλ. συνώνυμο υποκλάση)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Subclass (computer science) στην αγγλική Βικιπαίδεια